Abstract
Στο έργο Φαίδρος ο Πλάτων υποστηρίζει πως κάθε ψυχή είναι αθάνατη, επειδή εμπεριέχει το υπερφυσικό ιδίωμα της αυτοκίνησης. Κατά τον Σωκράτη, οι ψυχές στην προσπάθειά τους ν’ αντικρίσουν τις ιδέες που εδράζονται στον ουρανό, αλληλοσυγκρούονται, σπάνε τα φτερά τους και πέφτουν στη γη ενσαρκωμένες και μετενσαρκωμένες σε σώματα διαβαθμιζόμενης ατομικής αξίας. Στο έργο Φαίδων ο Σωκράτης, όντας περισσότερο αποδεικτικός, προσπαθεί να αποδείξει την αθανασία της ψυχής με τα ακόλουθα επιχειρήματα: α) το επιχείρημα των εναντίων, β) το επιχείρημα της ανάμνησης και γ) το επιχείρημα της ομοιότητας της ψυχής με τις ιδέες. Ο Μίλαν Κούντερα, ξεφεύγοντας από τον όρο ψυχή, θα διαχωρίσει την αθανασία σε μικρή και μεγάλη ανάλογα με τη δύναμη της ανάμνησης που διατηρεί ένας άνθρωπος για κάποιον άλλο συνάνθρωπό του που φεύγει από τη ζωή. Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος στο ποίημά του «Αθανασία» επιδίδεται σε μία κατηγορηματική άρνηση, όσον αφορά την κατάκτηση της αθανασίας από τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που εκείνοι διαθέτουν. Hac conditione το εν λόγω ποίημα αρνείται τη φιλοσοφία του πλατωνικού Σωκράτους περί της αθανασίας, αλλά και τη λογοτεχνία του Μίλαν Κούντερα σε σχέση με το ίδιο θέμα. Όμως, εάν σ’ ένα μεταφυσικό και υπερλογικό επίπεδο ο Γκάτσος συναντούσε τους προηγούμενους άνδρες, ίσως ο ποιητής κατέφευγε σε μία αναθεωρητική προσαρμογή των στίχων του, αφομοιώνοντας τελικά τόσο το πνεύμα του πλατωνικού Σωκράτους όσο και το πνεύμα του Μίλαν Κούντερα.