Abstract
Ο Δανός θεολόγος και φιλόσοφος συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση του σύγχρονου φιλοσοφικού στοχασμού με μια έννοια, την οποία πρώτη η θρησκευτική σκέψη του Søren Kierkegaard έφερε στο κέντρο της φιλοσοφικής προβληματικής του 20ου αιώνα, δηλαδή την έννοια της ύπαρξης. Με την έννοια αυτή γίνεται στην φιλοσοφία μια νέα στροφή. Αυτήν τη φορά πρόκειται για μια στροφή από την εγελιανή αντικειμενική ιδεοκρατία και την απόλυτη πίστη σε μια έλλογη πορεία της ιστορίας σε μία νέα μορφή της για την ανθρώπινη πραγματικότητα, μια στροφή σε μια οντολογική περιοχή. Με το έργο του Ασθένεια προς θάνατον επιδιώκει να διασαφηνίσει και να ερμηνεύσει την καθολική διάδοση της απελπισίας σαν μια μάστιγα που απειλεί την ανθρωπότητα. Πρωταρχικά η απελπισία είναι η ασθένεια του πνεύματος και του εγώ. Ο φιλόσοφος διαβεβαιώνει ότι ο άνθρωπος βρίσκεται από πνευματική άποψη σε μια κατάσταση κρίσης. Αυτό που φανερώνει την απελπισία ως αμαρτία και της παρέχει μια ποιοτική διασάφηση είναι το να στέκεται κάποιος «ενώπιον του θεού με την σκέψη στο θεό». Η πίστη είναι το μεγαλύτερο πάθος για κάθε άνθρωπο, ένα πάθος το οποίο τελικά οδηγεί στην απόλυτη εσωτερική βεβαιότητα ότι ο θεός είναι αγάπη. Μία αντίστοιχη περιγραφή περί της αλήθειας, όπως αυτή οράται από το βάθος του έρωτος προς την αλήθεια, βρίσκεται και στους ύμνους του Συμεών, του νέου Θεολόγου. Στο πλαίσιο της ίδιας ελληνορθόδοξης ερμηνείας είναι δυνατόν να καταταγεί και ο Kierkegaard. Με αυτήν την έννοια ίσως να έχει δίκαιο ο Keyserling, όταν αναρωτιέται μήπως η ελληνική ορθοδοξία καλείται να παίξει σήμερα σημαντικό ρόλο, έχοντας ως στήριγμα τον Kierkegaard.